Μέσα σε όλα τα άλλα η κατάσταση στον πλανήτη παίρνει επικίνδυνη τροπή.
Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά. Ρήγας Φεραίος
Του Σταμάτη Στεφανάκου
-
Η τεχνολογική εξέλιξη και οι επιπτώσεις.
Υπάρχουν τεχνολογικές προκλήσεις στην ανθρώπινη ιστορία, ικανές να μετασχηματίσουν την κοινωνία, το ανθρώπινο είδος και να προσδώσουν στην στιγμή που συμβαίνουν, ένα σαφές πρόσημο στον πολιτισμό μας. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλές περιπτώσεις στην ιστορία του είδους μας.
Η
έναρξη της γεωργίας, η βιομηχανική επανάσταση, η ευρεία χρήση του ηλεκτρισμού,
τα σήματα μορς, οι μηχανές εσωτερικής
καύσης, ο ασύρματος, η έναρξη της πυρηνικής εποχής, η εποχή του διαστήματος, η τηλεόραση, η
πληροφορική, είναι μερικά μόνο παραδείγματα τεχνολογικών επιτυχιών που
επηρέασαν τον πολιτισμό μας.
Κάθε
ένα επιστημονικό και τεχνολογικό επίτευγμα, αποτέλεσε σημείο αναφοράς και
έναρξης εξελίξεων και μετασχηματισμού. Τα σημεία αυτά, θεμελίωσαν κοινωνικές, οικονομικές, πολιτισμικές-
καλλιτεχνικές εξελίξεις, ακόμα και φιλοσοφικές αναζητήσεις.
Σήμερα
έχει σειρά η έναρξη της εποχής, της
τεχνητής ευφυΐας. Αν και είμαστε σε πολύ
αρχικό και πρώιμο στάδιο, κατά βάση έχουμε μεγάλα γλωσσικά μοντέλα διαθέσιμα,
είναι θέμα χρόνου να φέρουμε σε λειτουργία μια πραγματική τεχνητή ευφυΐα σε
λειτουργία.
Υπήρξε
αιφνιδιασμός με την διάθεση των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων, η έναρξη εποχής της
τεχνητής ευφυίας, θα είναι ένα εξαιρετικά ισχυρό σημείο αναφοράς. Για πρώτη
φορά στην ιστορία του είδους μας, θα έχουμε μια ακόμα νοήμων «ύπαρξη» στον
πλανήτη.
Είναι
ένα τεράστιο τεχνολογικό βήμα που ήδη
έχει ανοίξει συζητήσεις και
προβληματισμούς. Και έχει ξεκινήσει εδώ και πολύ καιρό καθώς ένα από τα πολλά θέματα είναι ότι για να
εξελιχθούν τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα χρειάστηκαν να αποκτήσουν ανεμπόδιστη
πρόσβαση σε όλη την διαθέσιμη ανθρώπινη γνώση. Η συνέχιση της εξέλιξης τους,
προϋποθέτει την συνεχή χρήση, αλληλεπίδραση και παρέμβαση των καθημερινών
χρηστών.
Κάθε
ερώτηση, κάθε κείμενο, κάθε αλληλεπίδραση, κάθε εικόνα που δημιουργείται οδηγεί
ένα βήμα πιο κοντά στην τεχνητή ευφυία.
Αυτό
που μόλις περιέγραψα, έχει θέσει ερωτήματα, ηθικά, πνευματικών δικαιωμάτων
ακόμα και κατά πόσο εύκολα μπορεί να παραποιηθεί η αλήθεια και γεγονότα. Δεν
είναι λοιπόν μια εύκολη διαδικασία. Δεν είναι μια διαδικασία χωρίς επιπτώσεις
και χωρίς σοβαρά ερωτήματα.
-
Τα μεγάλα ερωτήματα
Υπάρχουν
θέματα τεχνοηθικής και βιοηθικής που στην πορεία έρχονται στην επιφάνεια. Η
ταχύτητα των εξελίξεων και των επιρροών
σε όλο τον πολιτισμό μας, είναι πρωτόγνωρη, και αυτό καθορίζει και την βαρύτητα
των θεμάτων που τίθενται.
Ερωτήματα
, όπως θα περιορίσουμε την ανάπτυξη της τεχνητής ευφυίας; Θα θέσουμε υπό
αυστηρό έλεγχο το πως θα «συμπεριφέρεται»; Θα έχουμε μηχανισμό τερματισμού αν
γίνει «επικίνδυνη»; Θα της διδάξουμε την διαφορά μεταξύ καλού και κακού ή
θα τις δώσουμε περιορισμούς με
ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό;
Τι
θα συμβεί άραγε αν έχει αυτογνωσία; Φαντασία; Συναισθήματα; Θα μεγαλώσουμε μια
απειλή ή ένα μονοπάτι για το μέλλον;
Θα
προστατέψουμε την μοναδικότητα του ανθρώπινου πνεύματος; Θα είναι το εφαλτήριο
για νέες τεχνολογίες και την καθολική βελτίωση ποιότητας ζωής ή αντίθετα θα
κατηφορίσουμε προς την παρακμή; Ή θα χρησιμοποιηθεί μόνο για κέρδος με όποιο
κόστος;
Ακόμα
ένα θέμα που έχει εμφανιστεί, είναι η διαχείριση των πόρων που
χρησιμοποιούνται. Η ανάπτυξη της τεχνητής ευφυίας απαιτεί, εξοπλισμό, ενέργεια
και εκπαιδευμένο προσωπικό. Που σημαίνει ότι απορροφάει πόρους από άλλα πεδία
έρευνας και επιστημονικής εξέλιξης. Υπάρχει έντονος σκεπτικισμός για το πως με
τι κριτήρια, έχει γίνει η δρομολόγηση των πόρων.
Με δυο λόγια:
υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας;
Αυτές οι ερωτήσεις δεν
έχουν εύκολες απαντήσεις. Βασικά δεν έχουν καν μοναδική απάντηση, ίσως ούτε καν
λάθος ή σωστή απάντηση. Με ποιο τρόπο θα ήταν δυνατόν να οριστούν κριτήρια; Πλέουμε
σε νέες θάλασσες, χωρίς χάρτες και ίσως και χωρίς πυξίδα και ο κίνδυνος να βρεθούμε αντιμέτωποι με ξέρες ή σε επικίνδυνα
νερά είναι πάντα μια πραγματικότητα.
Σε αυτό το στάδιο
είναι που θα πρέπει να συζητηθεί πολύ σοβαρά η δημιουργία ενός πλαισίου που θα αποσαφηνίζει
την σχέση μας ως ανθρωπότητα με την τεχνολογία που δημιουργήσαμε, ως κοινωνίες,
ως άτομα, ως πολιτισμός. Το πλαίσιο
αυτό, δεν μπορεί να είναι γέννημα μόνο εξειδικευμένων τεχνικών και ειδικών.
Απαιτείται να έχει
στηριχθεί, να συζητηθεί και να ορισθεί μέσα από ευρύ διάλογο από την κοινωνία,
και να είναι μέρος της πολιτικής διαχείρισης. Το πλαίσιο αυτό, χρειάζεται
να είναι κοινό κτήμα όλων μας, καθώς η
πρόκληση που θα αντιμετωπίσουμε αφορά όλη την ανθρωπότητα.
Προς το παρόν πάντως,
δεν έχει γίνει σε διεθνές επίπεδο μια συλλογική προσπάθεια να οριστεί. Προς το
παρόν, - και αυτό είναι ανησυχητικό- δεν υπάρχει ρυθμιστική αρχή ή αρχές που να επιβλέπουν την δημιουργία,
εξέλιξη και της τεχνητής ευφυίας. Αυτό που υπάρχει είναι μια εντελώς
ανησυχητική παράδοση της ευθύνης στις καλές προθέσεις του ιδιωτικού τομέα.
Ακόμα και η μη
κερδοσκοπική εταιρία που αρχικά είχε ξεκινήσει την ανάπτυξη, έχει τεθεί επί της ουσίας κάτω από
ιδιωτικά συμφέροντα μεγάλων εταιριών λογισμικού και υπηρεσιών.
Και παρά τις προειδοποιήσεις ειδικών στο
πεδίο, παρά τις εύλογες ανησυχίες οργανισμών ακόμα και πολιτών δεν έχει ανοίξει
η συζήτηση.
-
Οπότε
τι κάνουμε;
Αυτό είναι το μεγάλο
ερώτημα. Χρησιμοποιούμε τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα και την τεχνητή ευφυία
αύριο; Προσπαθούμε να το ανοίξουμε σε
όλους να έχουν την δυνατότητα να εγκαταστήσουν το δικό τους; Ή μήπως
τελικά πρέπει να απαιτήσουμε την δημιουργία του πλαισίου που αναφέρουμε
προηγουμένως;
Δεν υπάρχουν εύκολοι
δρόμοι. Το οικονομικό μοντέλο που έχει
δώσει τερατώδεις διαστάσεις στις εταιρίες που αναπτύσσουν την τεχνητή ευφυία,
το ίδιο ακριβώς μοντέλο μπορεί να είναι το πρόβλημα πίσω από την έλλειψη
περιορισμών. Και μπορεί να υπάρχει μια μερίδα κόσμου που δεν θέλει να θέσει σε
κίνδυνο την ανθρωπότητα από κατά κάποιο τρόπο ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της
συγκεκριμένης τεχνολογίας, από την άλλη όμως υπάρχει ο αντίλογος ότι η
υπερβολική χρήση περιορισμών μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμούς που να επηρεάσουν
την επίλυση προβλημάτων πχ στην ιατρική ή στην πρόβλεψη καιρού.
Με δυο λόγια,
χρειάζεται μια πολιτική απάντηση, ένα θεσμικό πλαίσιο καθορισμένο από πολιτικές
αποφάσεις με ευρεία κοινωνική συναίνεση για το πως θα αποσαφηνίσουμε όρια. Και
αυτό μπορεί να σημαίνει περιορισμούς λογικούς ή υπερβολικούς.
Καταλήγουμε δηλαδή σε
ένα ερώτημα Δημοκρατίας, ένα ερώτημα που η απάντηση του έχει θεσμικές προεκτάσεις,
θέτει συνέπειες. Χρειάζονται οι πολίτες
να συμμετέχουν στις αποφάσεις και για την ακρίβεια να προηγούνται των ιδιωτικών
κεφαλαίων και εταιριών.
Το τί γίνεται όμως
στην πράξη πρέπει να μας προβληματίσει. Και για πρώτη φόρα, ίσως θα πρέπει να μας
ενοχλήσει σε διεθνές επίπεδο. Γιατί οι πολίτες θα ζήσουν, πολιτικές, κοινωνικές
και πολιτισμικές επιρροές που θα έχει αυτό το τεχνολογικό ορόσημο, δεν θα έχουν προηγούμενο.
Και οι πολίτες, οι
άνθρωποι, ούτε έχουν σωστά ενημερωθεί ούτε έχουν ερωτηθεί. Αυτό πρέπει να
αλλάξει άμεσα.
Του Σταμάτη Στεφανάκου
- Το πολιτικό κενό.
Δεν εμπνέουν, ούτε οι ιδεολογικοί χώροι , ούτε οι πολιτικοί φορείς, σε θέσεις, σε παραγωγή πολιτικής, σε όραμα, ή έστω σε ιδεολογική τεκμηρίωση. Ένα ωραιότατα (;) εμπλουτισμένο συνδυασμό πολιτικού και θεσμικού αδιέξοδου, πλουσιοπάροχα δομημένο με αυτοαναφορικότητα, άθλιο ναρκισσισμό, λαϊκισμό με σοβαρές δόσεις πατερναλισμού, αναίδεια ως προς την συμμετοχή των πολιτών, πασπαλισμένο από την δυσώδη εξουσιομανία και ασυδοσία.
Είναι η εποχή που στην Ελλάδα αλλά και Ευρωπαϊκά οι πολίτες και ειδικότερα οι νεότεροι, αισθάνονται αποκομμένοι από τους πολιτικούς φορείς, χαρακτηρίζοντας τους έμμεσα ή άμεσα ως φυτώρια διαφθοράς και διαπλοκής. Και δυστυχώς, από την γενική απόρριψη, δεν εξαιρούνται ούτε ακόμα και έντιμες προσπάθειες, επιβεβαιώνοντας την ρήση ότι μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
Μείζον θέμα για την λειτουργία των κομματικών φορέων είναι και το κενό της πολιτικής συγκρότησης. Είναι σχετικά απλό, δεν συγκροτείται πολιτική, χωρίς σαφή ιδεολογική βάση και τεκμηρίωση, με επιφανειακούς στόχους άνευ ουσιαστικών προτάσεων και παρεμβάσεων, χωρίς πραγματικές και ουσιώδεις διαφοροποιήσεις, και γενικόλογες διαπιστώσεις. Χρειάζεται και θεμέλια, πρόταση νέου τύπου κοινωνικού συμβολαίου, καινοτομία και ριζοσπαστισμό, όραμα, δηλαδή σημείο αναφοράς συλλογικών απαιτήσεων και προσπαθειών. Και πάνω από όλα πραγματικό αμφίδρομο διάλογο με την κοινωνία.
- Το πολίτευμα της Δημοκρατίας στο προσκήνιο.
Απαιτείται να μιλήσουμε για την Δημοκρατία, η όποια κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια άνευ ουσίας και περιεχομένου εννοιολογική σύμβαση, κάτι σαν ένα παιχνίδι επί χάρτου. Χρειάζεται να γίνει ξανά ζητούμενο αναζήτησης και συζήτησης, το πως λειτουργεί επί της ουσίας, πως έχουν διαμορφωθεί οι θεσμοί και κυρίως κατά πόσο ο όρος πολίτης- με την έννοια του ουσιαστικά συμμετέχοντα- είναι ουσιαστικός ή διακοσμητικός.
Ίσως βοηθήσει την συζήτηση να θυμηθούμε, ότι η Δημοκρατία είναι πολίτευμα - όπως λέει και ένας φίλος- καθαρά επαναστατικό. Γεννιέται και αναπτύσσεται από την πολιτική ανυπακοή, διαμορφώνεται από την ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση, ανδρώνεται και εξελίσσεται από την διαφορετικότητα και την διαφωνία. Αμφισβητεί το χτες, διαφωνεί με το σήμερα και αναδιοργανώνει το αύριο.
- Δημοκρατία και πολιτική ανυπακοή
Η διαφορετικότητα των απόψεων, η συνεχή πάλη για την βελτίωση θεσμών, η μεταβαλλόμενη κοινωνική εξέλιξη, το συλλογικό φαντασιακό, γεννάνε κινήματα βάσης, ωθούν την πολιτική οργάνωση, είναι το θεμέλιο στην πολιτική – και όχι μόνο- καινοτομία. Βγάλτε αυτό τον πλούτο από την εξίσωση, αδιαφορήστε για την κοινωνική αντίδραση και το θεμελιώδες δικαίωμα στην διαφορετικότητα της άποψης, περιόρισε κατασταλτικά την πολιτική ανυπακοή και έχετε ένα πολίτευμα που ολισθαίνει στην στασιμότητα, την παρακμή, και την ολιγαρχία.
Αν πάμε ένα βήμα παραπέρα, ακόμα και κινηματικές πρωτοβουλίες, οποιασδήποτε μορφής ή αιτήματος, έχουν σαν στόχο, την θεσμική κατάκτηση, δηλαδή την διατήρηση, ακύρωση ή επικύρωση, νόμου, διοικητικής πράξης, Συνταγματικού άρθρου ή και ακόμα πολιτειακής διάρθρωσης. Τα κινήματα, και οι συμμετέχοντες σε αυτά, αυτό που κάνουν είναι να οσμίζονται την κοινωνική ανάγκη, να την καλλιεργούν και ταυτόχρονα να την μετουσιώνουν σε διεκδίκηση και αγώνα.
Θα θεωρηθεί ακραίο, αλλά στην πράξη, τα κινήματα βάσης, με ότι ατέλειες, δυσκολίες, ιδιοτροπίες, λάθη, αποτυχίες ή και επιτυχίες, είναι που εγγυούνται το σθένος της Δημοκρατίας και όχι η πνιγηρά τυπολατρική τήρηση νομικών κειμένων.
Παρόλα αυτά - σχήμα οξύμωρο- έχουμε φτάσει στην αδιανόητη κατάσταση να έχουν εξαφανιστεί πίσω από ένα θεσμικό τοίχο αδιαφορίας και κατασταλτικών μέτρων, η οποιαδήποτε δυνατότητα σε πολίτες να παρέμβουν οργανωμένα στα κοινά. Δεν υπάρχουν επί της ουσίας, δυνατότητες στην Ελλάδα, κινηματικές οργανώσεις βάσεις και πρωτοβουλίες πολιτών, να μπορούν να συγκαλέσουν ένα δεσμευτικού χαρακτήρα τοπικό ή εθνικό δημοψήφισμα και παρόλο που στο ισχύον Σύνταγμα υπάρχει η πρόβλεψη για νομοσχέδια πρωτοβουλίας πολιτών, δεν υφίσταται εφαμοστικός νόμος.
Ως αποτέλεσμα, τα κόμματα μπορούν απλά να αδιαφορήσουν, οι βουλευτές να αγνοήσουν, η κυβέρνηση να προσπεράσει και η βουλή - ειδικά με ισχυρή κυβερνητική πλειοψηφία- την όποια κοινωνική αντίδραση και να υποτίμηση την ισχύ της πολιτικής ανυπακοής.
- Λειτουργική Δημοκρατία ή κατά όνομα;
Αντίθετα με άλλες χώρες, όπου το ζητούμενο είναι ο πολίτης να είναι ενεργητικό μέλος της καθημερινής πολιτικής ζωής, όπου υπάρχουν οι προϋποθέσεις για θεσμική διέξοδο και συμμετοχή, στην χώρα μας, απλά ο πολίτης είναι ο πειθήνιος αναθέτων. Και μάλιστα υπό προϋποθέσεις που να βολεύουν την ισχύουσα εντός πολλών εισαγωγικών πλειοψηφία καθώς δεν εφαρμόζεται στο εκλογικό σύστημα η απλή αναλογική.
Είναι δυνατόν στα χώματα που γέννησαν την ψήφο και το όστρακο του εξοστρακισμού, να έχουμε θεωρήσει ότι η ανάθεση σε οικογένειες και πολιτικούς διαδόχους με την παράλληλη επιλεκτική αποσιώπηση πολιτικών και κοινωνικών αιτημάτων είναι θεμιτό και υγιές δημοκρατικά; Και ναι δεν γίνεται μόνο εδώ στην Ελλάδα.
Είναι δυνατόν να έχει επικρατήσει η υπόθεση ότι μπορούμε να θυσιάσουμε τα Δημοκρατικά ιδεώδη, την άποψη, την πολιτική και την κοινωνική διαφοροποίηση στο όνομα της “οικονομικής ανάπτυξης” και μάλιστα των ολίγων; Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή την στιγμή, άσχετα με το τι λέγεται και γράφεται στον τύπο ή υποστηρίζεται από την κυβέρνηση.
Και μετά έχουμε απορία γιατί είχαμε αποχή από τις εκλογές και γιατί οι πολίτες απορρίπτουν όχι απλά μια εκλογική διαδικασία αλλά στην ουσία το πολίτευμα; ή που απλά δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς; ή που βλέπουν ιδιόρρυθμες Συνταγματικές, νομικές και άλλης μορφής ασυλίες για τους έχοντες χρήμα ή εξουσία;
Ακόμα πιο άκομψα, ο πολίτης θεωρείται ότι δεν έχει δικαίωμα στην συνδιαμόρφωση της πολιτικής διαχείρισης του τόπου, καθώς δεν είναι ειδικός ή γιατί δεν ανήκει σε συγκεκριμένες οικογένειες ή άλλης μορφής εξωθεσμικών και αυθαίρετων συγκροτήσεων.
Υπάρχει ανάγκη με όρους Δημοκρατίας και πολιτεύματος, να επανέρθει στο δημόσιο διάλογο, η λειτουργία των θεσμών, η εξέλιξη της σχέσης πολίτη και εκλεγμένων, να αναζωπυρωθεί το αίτημα για περισσότερες θεσμικά οριζόμενες παρεμβάσεις πολιτών και έλεγχο των πεπραγμένων κάθε μορφή διοίκησης.
Χρειαζόμαστε την πολιτική ανυπακοή. Χρειαζόμαστε το όραμα - και αναφέρομαι σε αλλαγές, καινοτομία και εξέλιξη με κέντρο τον άνθρωπο, την κοινωνία και την φύση. Και κυρίως οι κομματικοί και οι πολιτικοί φορείς, είναι υποχρεωτικό να συναλλάσσονται αμφίδρομα με την κοινωνία, κυρίως να ακούν και να αποδεικνύουν ότι την ακούν. Διαφορετικά καθίστανται αναλώσιμοι και περιττοί , πρώτα στην συνείδηση του εκλογικού σώματος και μετά στην πράξη.
Με δυο λόγια, καταλήγοντας για να έχουν οι πολίτες πραγματική δύναμή στην διαμόρφωση των κοινών, αληθινό βήμα στον σχεδιασμό και την υλοποίηση της πολιτικής διαχείρισης, θα πρέπει να θεμελιώσουμε ως κοινωνία νέους πολιτειακούς θεσμούς. Οι θεσμικές αλλαγές, είναι που θα κάνουν εφικτό την αναγέννηση της Δημοκρατίας και θα περιορίσουν – αν όχι εξαφανίσουν- το θεσμικό αδιέξοδο που διαβρώνει το πολίτευμα και αποτρέπει πολίτες και κοινωνία να έχουν τον κύριο λόγο.
Σίγουρα δεν χρειαζόμαστε άλλο ναρκισσισμό, άλλη αυτοαναφορικότητα, άλλους σωτήρες, ιδεοληψία, και αναίδεια απέναντι στους πολίτες. Φτάνει.
Αρχικά, όταν άρχισε να διαρρέει η πρόθεση της κυβερνητικής πλειοψηφίας , ότι θα προχώραγε στην νομοθέτηση που θα επέτρεπε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημιακών σχολών, είχα, όπως και πολλοί άλλοι την άποψη, ότι θα άλλαζε το άρθρο 16 του ισχύοντος Συντάγματος. Κάνεις, τα τελευταία χρόνια δεν φανταζόταν, ότι θα επιχειρείτο μια ωμή παράκαμψη του Συντάγματος.
Ας είμαι σαφής, το Σύνταγμα, είναι περισσότερο πολιτειακό κείμενο, παρά νομικό, και θεωρητικά εκφράζει το συλλογικό κοινωνικό όραμα για την διακυβέρνηση. Φυσικά, ως καταστατικός χάρτης, έχει νομική ισχύ και κατά μια έννοια απόλυτη, καθώς αποτελεί ένα από τους θεμέλιος λίθους του νομικού συστήματος και της Δημοκρατίας.
Η ποιο σημαντική λειτουργία του Συντάγματος, είναι ότι εξασφαλίζει ένα πλαίσιο δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του πολίτη στην χώρα, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Η κατά το δοκούν τήρηση ή παράκαμψη του Συντάγματος, διαταράσσει βάναυσα το πλαίσιο, και θέτει υπό αμφισβήτηση την λειτουργία των θεσμών και την δομή της ίδιας της Δημοκρατίας.
Είναι μια καταστροφική πρακτική που «διδάσκει» την απαξίωση των θεσμών, και δίνει αρνητικό παράδειγμα στους πολίτες. Ακόμα χειρότερα όταν μέσα μαζικής ενημέρωσης και ειδικοί δικαιολογούν το αδιανόητο.
Στο τέλος, παραβιάζοντας θεσμικές διαδικασίες, οδηγείς σε ανισότητες, όχι μόνο ταξικές, οικονομικές και κοινωνικές, ή ισχύος, αλλά καταστρατηγείς κάθε έννοια δικαίου και καθιστάς τον πολίτη ευάλωτό σε αυθαιρεσίες. Με δυο λόγια, είτε η κοινωνία θα αντισταθεί, είτε στο τέλος ξεκινούν συγκρούσεις που μπορούν να εξελιχθούν ανεξέλεγκτες.
Αυτή την στιγμή ο νόμος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημιακών σχολών, είναι σε διαβούλευση και οδεύει προς ψήφιση. Παρόλο που:
- σοβαρές ενστάσεις αντισυνταγματικότητας·
- δημόσιες παρεμβάσεις από Συνταγματολόγους, ακόμα και από υποστηρικτές της ίδρυσης
- ιδιωτικών πανεπιστημιακών σχολών, που επισημάνουν ότι βάση του ισχύοντος Συντάγματος δεν είναι εφικτό·
- εκτιμήσεις ότι ο νόμος θα κηρυχθεί αντισυνταγματικός στο Συμβούλιο της Επικρατείας· αμφιβολίες για το ποια σοβαρά πανεπιστήμια ή άλλα ιδρύματα του εξωτερικού θα θελήσουν
- να ανοίξουν εδώ παρατήματα (πρακτική που δεν έχει στην πράξη εφαρμόσει κανένα σοβαρό ίδρυμα), και σοβαρές αμφιβολίες για την ποιότητα των σχολών·
- επικρίσεις για το πώς θα γίνεται η εισαγωγή φοιτητών, η αξιολόγηση των καθηγητών·
- εύλογες ανησυχίες για τη δημιουργία επιπλέον κοινωνικών ανισοτήτων, και ίσως τη δημιουργία υπερχρεωμένων απόφοιτων (όπως στις ΗΠΑ)·
- και για όλα αυτά … τεράστιες αντιδράσεις από τους φοιτητές, μαθητές, ακόμα και πανεπιστημιακούς.
Τελικά όμως, γιατί η κυβέρνηση επιμένει; Γιατί παρακάμπτει – ή και παραβιάζει;- το Σύνταγμα; Ποια είναι η πραγματική ατζέντα, που πιέζει σε μια αδιανόητη πρακτική χωρίς προηγούμενο στην δημοκρατία της χώρας;
Είναι ερωτήματα, που ίσως να είναι η βάση για υποθέσεις ή και θεωρίες συνομωσίας. Είναι όμως λογικές απορίες που προς το παρόν είναι αναπάντητες.
Κάτι τελευταίο, οι αγώνες των φοιτητών, αυτή την φορά, δεν είναι να αλλάξουν τον κόσμο, ή να καινοτομήσουν, να διεκδικήσουν. Αυτή την φορά, υποστηρίζουν το Σύνταγμα απέναντι στο αδιανόητο. Δεν είναι επανάσταση. Είναι διεκδίκηση του αυτονοήτου. Και είναι ένα γερό μάθημα από την νεολαία, ώστε να είμαστε σε επιφυλακή.
Γιατί μπροστά μας χαίνει το τεράστιο θεσμικό κενό, απότοκο των ακραίων συνθηκών που γέννησε η ψευδαίσθηση της οικονομίας των προσδοκιών: οι θεσμοί που πραγματικά συγκροτούν την κοινωνία περιττεύουν και τα αδιέξοδα συσσωρεύονται.
Είναι ένα καμπανάκι κινδύνου για την πορεία παρακμής.
Σταμάτης Στεφανάκος
(Μέλος της Πρωτοβουλία για Ριζική Συνταγματική Αλλαγή)
[Απαραίτητη διευκρίνηση, δεν είμαι νομικός. Οι όποιες απόψεις μου είναι προσωπικές, ως πολίτη.]
Ακολουθεί μια επιλογή άρθρων που φωτίζουν οπτικές.
Μαρία Καραμανώφ: Για την αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια
Ο γρίφος της εισαγωγής στα μη κρατικά ΑΕΙ
Μόνο μέσω του Ενωσιακού Δικαίου
Ένα επικίνδυνο εγχείρημα: Η παράκαμψη του άρθρου 16 Συν. με διακρατικές συμφωνίες
Το Πανεπιστήμιο ανάμεσα στο κράτος και την αγορά
Αντισυνταγματική η λειτουργία ιδιωτικών Πανεπιστημίων
Κατά την διάρκεια της κάθε προεκλογικής διαδικασίας, παρουσιάζονται από τα κόμματα και τους υποψήφιους προγράμματα, θέσεις και απόψεις, με στόχο να προσελκύσουν ψηφοφόρους. Κατά κύριο λόγο, αφορούν τρέχοντα θέματα της καθημερινότητας, ή ζητήματα που αφορούν ομάδες πίεσης ή θέματα που απαντούν σε υποσχέσεις.
Το τι τηρείται μετά από τα κόμματα πλειοψηφίας είναι μια άλλη συζήτηση. Στην ουσία οι εκλογές αποτελούν παρουσίασης υποσχέσεων και εικόνων, για ένα καλύτερο άμεσο ή πιο μακρινό μέλλον. Σπάνια πάντως οι υποσχέσεις αυτές δεν είναι θολές ή και πολλές φορές είναι απλά προσδοκίες.
Αυτό που λείπει από τις προεκλογικές διαδικασίες, λείπει από
το νομοθετικό έργο, λείπει από τις συζητήσεις, λείπει από τις προτάσεις, είναι
πραγματικές θεσμικές αλλαγές, όπου ο πολίτης από αναθέτης γίνεται ουσιαστικά
συμμέτοχος.
Παρόλο που αποτελούν κοινό τόπο οι διαπιστώσεις για την
πολιτική διαφθορά, ελεγχόμενη από οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα δημοσιογραφία, ουσιαστική ανυπαρξία συμμετοχής
πολιτών στις διαβουλεύσεις, προβλήματα στην δικαιοσύνη, μη αναγνώριση των
πρωτοβουλιών πολιτών, δεν υπάρχει στον δημόσιο διάλογο κάποια πραγματική
συζήτηση.
Αντίθετα, έχει περάσει η αντίληψη ότι όλα θα μείνουν λίγο
πολύ στα ίδια, «γιατί έτσι είναι στην Ελλάδα», «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι»,
«έτσι μας θέλουν οι ξένοι», «τίποτα δεν θα αλλάξει», και ένα σύνολο παρανοήσεων
που καθοδηγούνται από την περίφημη TINA (There is no alternative- Δεν υπάρχει
εναλλακτική). Μια άλλη προσέγγιση ακόμα χειρότερη είναι ότι μόνο «ειδικοί»
μπορούν να έχουν θέσεις.
Στην πραγματικότητα όμως, το Σύνταγμα της χώρας, είναι στην
ουσία περισσότερο πολιτικό κείμενο, ενώ έχουμε «ξεχάσει» τα Συντάγματα της
επανάστασης, όπως και ότι το πρώτο Σύνταγμα μετά την επανάσταση ήταν αποτέλεσμα
επαναστατικής διαδικασίας (3η Σεπτεμβρίου 1843). Οι νόμοι έχουν
νόημα όταν συμβαδίζουν με την κοινωνική εξέλιξη. Και στην πράξη στην χώρα, δεν
νομοθετούν οι πολίτες, αλλά μόνο αντιπρόσωποι τους. Οι πολίτες έχουν
απομονωθεί, από την νομοθετική διαδικασία, εξαιρούνται από τον κοινωνικό έλεγχο
(τυπικό ή άτυπο), ενώ δεν έχουν στην διάθεση τους θεσμικά εργαλεία πρωτοβουλίας
πολιτών. Να μην σχολιάσουμε την ανυπαρξία Συνταγματικού δικαστηρίου.
Με δυο λόγια περιγράφουμε ένα περιβάλλον που εκτός από την
θεσμική ένδεια όσον αφορά την συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, υπάρχει και ένα τεράστιο θεσμικό κενό, μεταξύ πολιτών
και εκλεγμένων. Είναι απορίας άξιο, πως στην χώρα που γέννησε την Δημοκρατία,
έχουμε πλέον αποδεχτεί ως κοινωνία, τον πολίτη ως κομπάρσου, στο θέατρο των
πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων.
Δύσκολη κατάσταση, αδιανόητη, ακόμα και όταν η κοινωνία
αντιδρά ή και όταν τα δικαστικά υπάρχουν αποφάσεις. Ένα σχετικά πρόσφατο
παράδειγμα είναι τι έχει γίνει με ιδιωτικοποίηση του νερού. Πάνω από το 78% των
πολιτών είναι αντίθετο στην ιδιωτικοποίηση, τρεις αποφάσεις του ΣτΕ, έχει
επιληφθεί η επιτροπή συμμόρφωσης του ΣτΕ, και ακόμα οι αποφάσεις αυτές είναι
ανεφάρμοστες.
Ή ενώ στην τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, υπάρχει
πρόβλεψη για τα νομοσχέδια πρωτοβουλίας πολιτών, ακόμα δεν υφίσταται
εφαρμοστικός νόμος.
Για να συζητήσουμε όμως για προτάσεις, ίσως θα ήταν
απαραίτητο να συζητήσουμε πως η κοινωνία θα ήταν δυνατόν να παρουσιάσουμε ένα
άλλο όραμα για το παρόν και το μέλλον.
Ένα εγχείρημα, πραγματικά δύσκολο και πολλαπλώς απαιτητικό. Δύσκολο
όχι όμως αδύνατο.
Συνήθως οι μεγάλες αλλαγές, προκαλούνται είτε από φωτισμένες
ηγεσίες, είτε από κοινωνικές επεξεργασίες που αναδεικνύονται όταν κοινωνικά και
πολιτικά θέματα αγγίξουν το σύνολο των πολιτών. Η λογική των φωτισμένων
ηγεσιών, όμως έχει τεράστια προβλήματα. Ένα από αυτά είναι ότι αν οι άνθρωποι
που την αποτελούν, δεν πρέπει να είναι τα πρόσωπα που θα φαίνονται αλλά οι
εκπρόσωποι ιδεών, διαφορετικά τα πρόσωπα μπορούν να χαθούν ή να φθαρούν ή να
υποστούν δολοφονία χαρακτήρα, και οι ιδέες που εκπροσωπούν να χαθούν.
Αντίθετα, αν οι αλλαγές γίνουν από την βάση, από τους
πολίτες, τότε οι ιδέες, οι αλλαγές, παίρνουν την μορφή καταιγίδας, ένα
ασταμάτητο τσουνάμι. Για να ανοίξει όμως
αυτό το μονοπάτι, χρειάζεται συνέπεια, όραμα και κυρίως μικρές και μεγάλες
νίκες. Όσο δε περίεργο και αν φαίνεται οι μικρές νίκες προσθέτουν δυναμικές που
ριζώνουν και στο τέλος διαμορφώνουν πολιτικό πλαίσιο και θεσμούς.
Στην δεύτερη λογική ανοίγει, ο δρόμος για ριζικές αλλαγές,
περνάει μέσα από την συνειδητοποίηση. Στην ουσία, όμως απαιτείται να ανοίξει
ένας δομημένος και καλά τεκμηριωμένος διάλογος.
Αν θέλουμε, λοιπόν να δούμε προσεγγίσεις που ανοίγουν την
συζήτηση σε επίπεδο κοινωνικών συγκροτήσεων, πρωτοβουλιών πολιτών, πολιτών,
ακόμα πολιτικών φορέων, απαιτείται να συζητήσουμε το γίνεται η προσέγγιση. Ακόμα
και το πως δομείται ο διάλογος έχει την σημασία του.
Θέλει ένα είδος εκπαιδευτικής διαδικασίας, ανοικτό διάλογο, συγκέντρωση
διαφορετικών απόψεων, σύνθεση και
δημιουργία ενός κοινά αποδεκτού πλαισίου ως πρόταση. Στην συνέχεια, η πρόταση αυτή χρειάζεται να
σχηματοποιηθεί και να αποδοθεί με τρόπο που να μπορεί να γίνει κατανοητό και να
υποστηριχθεί από την κοινωνία.
Η πρώτη φορά που φέρεται ότι χρησιμοποιήθηκε ο όρος, το 1086 και αφορούσε προσπάθεια να περιγράφουν, αγροτεμάχια που ήταν λίγο πιο πέρα από το τείχη του Λονδίνου. Το 1320 ο όρος αναφερόταν σε περιοχή εκτός των τειχών της πόλης του Λονδίνου και αφορούσε αμφισβητούμενη ή εμπλεκόμενη περιοχή λόγω νομικής διαφοράς. Στην ίδια χρονικό περίοδο, ο όρος αφορούσε λωρίδες γης, εκτός εκκλησιαστικού ελέγχου που έδινε ο βασιλιάς.
Από τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και μετά ο όρος αποκτά τον θανάσιμο ορισμό που φέρει και σήμερα: θανατηφόρα ζώνη μεταξύ χαρακωμάτων, όπου όποιος επιχειρήσει να την διασχίσει θα υποστεί τεράστια απώλειες, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα ανακτήσεις νεκρών και οι τραυματίες είναι αφημένοι στην τύχη τους. Σε μια τουλάχιστον περίπτωση, στην περιοχή της κόκκινης ζώνης στο Βέρντεν (Γαλλία) μια περιοχή 1.200 τετ. χιλμ. είναι πλήρως αποκλεισμένη μέχρι και σήμερα.
Αυτό που βλέπουμε στην περιοχή της νησίδας στον Έβρο θυμίζει την εκδοχή του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Αποκλεισμένοι άνθρωποι σε περιοχή όπου κανείς - Ελλάδα δεν τους δέχεται και Τουρκία δεν τους επιτρέπει- να μπορούν να μετακινηθούν προς την σωτηρία.
Ένα νεκρό παιδί που αρνούνται στην οικογένεια του το δικαίωμα της ταφής. Ένα άλλο άρρωστο. Και άμαχοι κάτω από το θερμό καλοκαίρι χωρίς καμία προστασία.
Ο πλήρης ορισμός του «No man land”, σε πλήρη εφαρμογή και μάλιστα χωρίς καμία ένοπλη σύγκρουση. Ένα κομμάτι εδάφους που κανένας «δεν θέλει» όπως είναι με ανθρώπους, γιατί όποιος - «προσωρινά»- το αποδεχθεί έχει και τις ευθύνες για τις ζωές αυτές.
Εργαλοποίει η Τουρκία; Σαφώς για να εκβιάσει - όχι μόνο την Ελλάδα- αλλά και όλη την ΕΕ για χρήμα και αλλότριες συμφωνίες. Και φυσικά κάνει και «παιχνίδι» εσωτερικά στην Τουρκία και στο μπλοκ των χωρών που την ενδιαφέρει.
Εργαλοποίει και η Ελλάδα; Βέβαια. Παίζει «χαρτί» διπλωματικό και μικροπολιτικό. Διπλωματικά να εκθέσει την Τουρκία και εσωτερικά – μικροπολιτικό- να δείξει η κυβέρνηση πως φυλάει τα σύνορα και τον πολιτισμό.
Εργαλοποίει και η ΕΕ; Ναι. Και προς πάσα κατεύθυνση. Γιατί ναι μεν δεν θέλει να πάρει την ευθύνη για τις ανθρώπινες απώλειες στην νησίδα, αλλά το πόσες ψυχές έχουν χαθεί στην Μεσόγειο, στο Γιβραλτάρ ή στα σύνορα της Πολωνίας, θα το συζητήσουμε ως «ευρωπαίοι πολίτες»; Να συζητήσουμε για το πως έχουν χρησιμοποιηθεί βάρβαρα στα χωράφια, στην οικοδομή ή σε ότι δεν θέλουν να εργαστούν οι λεπτεπίλεπτοι - ευρωπαίοι και ντόπιοι- συμπολίτες μας; Να συζητήσουμε για το τράφικ; Θα τις ανοίξουμε κάποια στιγμή αυτές τις συζητήσεις ή θα συνεχίσουμε να κρύβουμε - αναποτελεσματικά όμως- το κεφάλι μας στην άμμο;
Ξέρετε κάτι; Είναι αηδιαστικό που το γράφω αλλά ισχύει. Δεν υπάρχει «κατά περίπτωση» ανθρωπισμός και σεβασμός σε πρόσφυγες. Δεν υπάρχουν «κανονικοί» πρόσφυγές πολέμου, κλιματικής αλλαγής ή οικονομικής καταστροφής. Δεν υπάρχουν δικά μας, ομόδοξα, λευκά παιδία και οι άλλοι. Αυτά τα αηδιαστικά τα λένε οι συνεχιστές των ακροδεξιών, των ναζί και των φασιστών.
Δεν τα λένε οι άνθρωποι. Δεν τα λένε οι Χριστιανοί – οι κατά ουσία και όχι κατά επίφαση. Δεν τα λένε ούτε οι Μουσουλμάνοι, ούτε οι Βουδιστές. Δεν τα λένε ούτε δωδεκαθεϊστές. Δεν τα λένε οι άθεοι όπου έχουν αποδεχθεί τον ανθρωπισμό και τον διαφωτισμό.. Δεν τα λένε οι αλληλέγγυοί ή έστω οι διακατεχόμενοι από φιλανθρωπισμό. Δεν τα λένε οι κουμουνιστές, δεν τα λένε οι φιλελεύθεροι.
Το έρμο το αίμα είναι κόκκινο. Για όλο το ανθρώπινο είδος. Τα νομικίστικα τερτίπια ένθεν και ένθεν είναι το κάλυμμα του υπονόμου του ανθρώπινου πολιτισμού. Κρυβόμαστε - ως άνθρωποι «πολιτισμένοι» -πίσω από το άγος της απώλειας παιδιών, ασθενών και απροστάτευτων. Μιλάνε για γενναιότητα οι θρασύδειλοι ιππότες του καναπέ, οι ανύπαρκτοι φοβικοί καντηλανάφτες της ανοίκειας κανονικότητας.
Αύριο γιορτάζουμε την κοίμηση της Θεοτόκου, της κατά των Χριστιανισμό υπόδειγμα μάνας. Της γυναίκας που έχασε το παιδί της και τήρηση το θρήνο και την ταφή. Και την ίδια στιγμή σε αυτή την χώρα του 90% Χριστιανών τι κάνουμε; Κοιτούμε με υποκρισία μια άλλη μάνα στην No man Land και κουνάμε το κεφάλι μας και δικαιολογούμε τι;
Σαν σήμερα δούλευα σε μια εταιρία τηλεπικοινωνία στην μηχανογράφηση το 2001.