Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Ένα δημοψήφισμα, το μνημόνιο και στο βάθος εκλογές

Του Σταμάτη Στεφανάκου

Το τελευταίο εξάμηνο βιώνουμε ως κοινωνία αυτό που πετυχημένα αποκαλείται “συμπιεσμένος πολιτικός χρόνος”. Γεγονότα, αποφάσεις, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές,οδηγούν σε  ένα νέο συλλογικό βίωμα που όμως ακόμα δεν έχει αποκρυσταλλωθεί, και κυρίως δεν έχει εκφρασθεί.


Θα μπορούσε κανείς να γράψει και να σχολιάσει, να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει, να κάνει κριτική, να επιδοκιμάσει, να καταδικάσει  οτιδήποτε έχει συμβεί σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής σκηνής. Σήμερα όμως το ζήτημα  αυτού του άρθρου δεν είναι τα επί μέρους γεγονότα.  Δρώντας αφαιρετικά ας ρίξουμε μια ματιά κάπως απομακρυσμένη χωρίς πάθος σε ότι μας έχει οδηγήσει μέχρι εδώ.



Η κυβέρνηση


Η παρούσα κυβέρνηση αποτελείται από δυο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ & ΑΝΕΛ που μέχρι πρόσφατα παρουσιάζονταν ως καθαρά αντιμνημονιακά. Δηλώσεις επί δηλώσεων, διαδηλώσεις, συμμετοχή μελών τους σε κινηματικές διαδικασίες, προσέδωσαν  συγκεκριμένο ύφος, χαρακτήρα και κυρίως θέσεις.


Η επιχειρηματολογία τους μέχρι και πρόσφατα ήταν καθαρά εναντίον των πολιτικών που μέχρι τις τελευταίες εκλογές είχαν εφαρμοστεί στην χώρα. Έγιναν μέρος της έκφρασης της πλευράς των πολιτών που είπαν “δεν αντέχω” και “δεν θέλω” άλλο.


Πως έγινε λοιπόν και παρουσίασαν αυτή την μεταστροφή και φέρανε ένα ακόμα μνημόνιο;  


Στο σημείο αυτό δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθήσουμε να σκεφτούμε με όρους μεταφυσικής ή συνομωσιολογίας. Αρκεί να δούμε τα πράγματα ψυχρά και ρεαλιστικά σε τέσσερις κατά την άποψη μου βασικά σημεία:


  1. Ποτέ κάποιος από τους δυο εταίρους αυτής της κυβέρνησης δεν είχε εξετάσει ή υποστηρίξει ξεκάθαρα  το ενδεχόμενο ότι μπορούμε να οδηγηθούμε σε  πραγματική ρήξη με τους δανειστές. Αντίθετα η ρητορική τους , στόχευε κυρίως στο ότι μπορούσαν να είναι καλύτεροι διαπραγματευτές από τους προηγούμενους. Εκ των υστέρων και βάσει των αποτελεσμάτων αποδείχτηκε ότι δεν υπήρχε σοβαρός σχεδιασμός ούτε διαχείριση τόσο σε επικοινωνιακό επίπεδο όσο και  για την ανάπτυξη  πάσης φύσεως στρατηγικών συμμαχιών. Στην ουσία όλοι παίξανε “μπλόφα”. Μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση η αποτυχία έχει σαν αποτέλεσμα την καταδίκη ενός ολόκληρου λαού.


  1. Κύριο λάθος της λογικής που ακολουθήθηκε στις διαπραγματεύσεις ήταν - ηθελημένα ή αθέλητα δεν έχουμε πραγματικά στοιχεία για να το αποδείξουμε- η άγνοια κινδύνου. Ο κόσμος μας σήμερα, δεν ορίζεται πολιτικά ή κοινωνικά με βάση ιδεολογικές ή ιδεοληπτικές αναφορές. Αν λοιπόν είσαι όντως η πρώτη - και η μόνη- κυβέρνηση που προέρχεσαι από αριστερά, έχεις την ελάχιστη υποχρέωση να προετοιμαστείς για να παίξεις σε ένα διεθνές γήπεδο που δεν θα σου δώσει την παραμικρή ανάσα. Στην προκειμένη περίπτωση, έχει αποδειχτεί από τις εξελίξεις, όχι μόνο ότι δεν υπήρχε πλάνο οικονομικής διακυβέρνησης αλλά ότι δεν είχαν καταρτιστεί ούτε καν εναλλακτικά σενάρια. Όσοι δε επιχείρησαν να  ζητήσουν πληροφόρηση για το υπάρχει σε στρατηγικό σχεδιασμό αντιμετώπισαν το απόλυτο κενό ή στην καλύτερη περίπτωση εισέπραξαν απαντήσεις της μορφής “είναι πολύ μεγάλο”, “ πολύ τεχνικό”, “διαμορφώνεται συνεχώς”, “θα τα μάθουν οι άλλοι και θα χάσουμε το προβάδισμα” και άλλες παρόμοιες αστείες δικαιολογίες που στερούνται λογικού και δημοκρατικού ερείσματος.


  1. Στελέχη και των δυο κομμάτων που είχαν άλλες θέσεις από αυτές που είχε η πλειοψηφία όχι μόνο δεν εισακούστηκαν αλλά και επικοινωνιακά θάφτηκαν. Αντίθετα μετά τις εκλογές ξεκίνησε ένα αλισβερίσι  με τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας  στην λογική του “πολιτικά υπεύθυνου και ρεαλιστή”, λες και αυτά που υποστήριζαν πριν τις εκλογές ήταν ουτοπικές ανοησίες και τα είχαν πει κάποιοι άλλοι. Άρχισε να διαμορφώνεται ένας ιδιότυπος συμβιβασμός με την “πραγματικότητα” που στην ουσία οδήγησε σε πολιτικές εξελίξεις και παρατυπίες όπως θα δούμε παρακάτω. Με δυο λόγια; Άρχισε να μυρίζει φόβο και ανασφάλεια που έδωσε χώρο στην ηττοπάθεια και άναψε το πράσινο φως που οδήγησε στην άτακτη υποχώρηση.


  1. Το πιο εκπληκτικό όμως είναι η απόσταση που άρχισαν να έχουν από την κοινωνία και τα κινήματα. Χάσανε την επαφή με μια ταχύτητα που πραγματικά εκπλήσσει. “Ξαφνικά” άρχισαν οι διαχωρισμοί σε “σοβαρούς”, σε “αριστεριστές” και σε “γραφικούς” Κάθε προσπάθεια από εδώ και πέρα να ανακτήσουν το κινηματικό προφίλ θα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης. Υποψιάζομαι ότι θα προσπαθήσουν να δημιουργήσουν - “στήσουν”- τα δικά “τους” κινήματα, στο στυλ του ΠΑΣΟΚ δεκαετίας 80… Μόνο που δεν ισχύουν ούτε κατά διάνοια οι τότε συνθήκες, επομένως το εγχείρημα είναι μάλλον ήδη καταδικασμένο. Αν κάποιος κόσμος κινηθεί σε λογικές αυτο-οργάνωσης αυτό θα συμβεί προφανώς για να επιβιώσει και όχι για να στηρίξει κυβέρνηση ή κόμμα ή λόγω ιδεολογικών καταβολών.


Φυσικά τα παραπάνω τέσσερα σημεία δεν είναι τα μόνο που έπαιξαν ρόλο. Κάθε άλλο, είναι και άλλα. Θεωρώ όμως ότι σε επίπεδο καθαρά πολιτικής είναι βασικά για να κατανοήσουμε την συνέχεια.


Δημοψήφισμα

Από το e-mail του Βαρουφάκη (1)  τέλη Φεβρουαρίου 2015, φάνηκε καθαρά πόσο σκληρή θα ήταν η διαπραγμάτευση και πόσο σκληρές θα ήταν οι θέσεις των δανειστών- εταίρων. Πρακτικά είχαν τελειώσει την διαπραγμάτευση σχεδόν από τότε.


Δεν είναι απόλυτα σαφές αν είχε νόημα μετά από αυτό το σημείο να αναφερόμαστε καν στον όρο “διαπραγμάτευση”. Δυστυχώς από ότι φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είτε υπερεκτίμησαν τις δυνάμεις τους , είτε περίμεναν - άγνωστο τι- κάποιο “τυχαίο” παράγοντα που θ’ άλλαζε υπέρ τους τις αναλογίες δυνάμεων τόσο μέσα στην ΕΕ άλλα και διεθνώς. Η ιστορία όμως διδάσκει ότι δεν υπάρχουν “από μηχανής Θεοί”...


Πάλι  επικράτησε η ψευδαίσθηση ότι τα “πάντα είναι πολιτική” μην κατανοώντας  το εύρος και την αντοχή του τοίχου πάνω στο όποιο κατευθύνονταν κυριολεκτικά με το κεφάλι.  Μάταια, ακόμα και άνθρωποι που μετέχουν ή μετείχαν στον ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούσαν πολύ πριν τις εκλογές να τους προειδοποιήσουν ότι με συνθήματα ΔΕΝ σκίζονται μνημόνια και δανειακές συμβάσεις. Μάταια προειδοποιούσαν ότι η συνδιαλλαγή με την ΕΕ και τους δανειστές ΔΕΝ θα είναι εκδρομή στην εξοχή.  Επίσης  μάταια  αυτές οι φωνές ζητούσαν αφενός μια πραγματική πρόταση διαπραγμάτευσης και αφετέρου ένα πραγματικό και ρεαλιστικό σχέδιο. Για πολλούς από εμάς δεν αποτέλεσε έκπληξη η γραμμή που ακολουθήθηκε πριν, κατά και μετά το δημοψήφισμα: της μη ύπαρξης καμίας  άλλης εναλλακτικής εκτός της πρότασης των δανειστών.  Τα δε περιθώρια ήταν εξ αρχής ελάχιστα.


Η προπαγάνδα, τα capital control και οι όποιες απόπειρες εκβιασμού της κοινής γνώμης απέτυχαν παταγωδώς με τον Λαό να ψηφίζει με 61,31% κατά των μέτρων.


Αυτό δεν ήταν επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ή των κομμάτων που είχαν ή έχουν αντιμνημονιακή πολιτική.


Κάποιοι παρατηρήσαμε ότι το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν ταυτόσημο  με το ποσοστό του πληθυσμού (λίγο παραπάνω από το 60%)  που είναι κάτω από το όριο της φτώχειας ή απειλούνται από αυτή, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν δημοσιευθεί από το Γραφείου Προϋπολογισμού της Κράτους (ΓΠΚ) της Βουλής τον Οκτώβριο του 2014.(2)


Επομένως μια άλλη ερμηνεία  σε αυτό το σημείο είναι ότι ο κόσμος είπε απλά:
ΔΕΝ αντέχω, ΑΦΗΣΤΕ με να ζήσω. ΘΕΛΩ ένα άλλο μέλλον για μένα και τα παιδιά μου.


Αυτό ακριβώς το μέλλον που ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ευαγγελιζόταν προεκλογικά.


Τι συνέβη όμως;


Ο όρος “παρατυπία”  ως χαρακτηρισμός για όλη διαδικασία τόσο πολιτικά όσο και ουσιαστικά, ακούγεται ίσως επιεικής, άλλα δεν είναι. Αντίθετα, χαρακτηρίζει ακριβώς την διαχείριση του δημοψηφίσματος Ας το δούμε τμηματικά για να μπορέσουμε να συλλάβουμε τις ακριβείς διαστάσεις αυτού του χαρακτηρισμου:


Προς το ερώτημα


Το ερώτημα που τέθηκε αφορούσε την πρόταση των δανειστών προς την Ελλάδα. Μόνο που η πρόταση αυτή ΔΕΝ ήταν δεσμευτική και από τις δυο πλευρές.  


Το ερώτημα ως προς την ουσία του, δηλαδή ως προς την πρόταση αυτή καθεαυτή είχε ακυρωθεί από τους δανειστές (3) με την απόσυρση της.


Με δυο λόγια  αυτό που τέθηκε προς δημοψήφισμα ήταν αν αντέχουμε σε μέτρα ίδια ή παρόμοια ή μέτρα που θα συμπεριληφθούν τώρα ή στο μέλλον, σε όποια συμφωνία ή μνημόνιο, και ΟΧΙ  σε νομοσχέδιο.


Νομικά


Χωρίς να είμαι ειδικός σύμφωνα όμως με το ισχύον Σύνταγμα άρθρο 44 παρ 2 (4)  και το Νόμο 4023/2011 (5), ορίστηκε το δημοψήφισμα.


Τυπικά είναι οριακά - έως και καθόλου-  μέσα σε ότι λέει ο νόμος για δυο λόγους:


Α) Γιατί το Σύνταγμα ξεκαθαρίζει ότι πρέπει να είναι νομοσχέδιο (στο άρθρο 1) και  να μην αφορά δημοσιονομικά μέτρα.


Β) Ο Νόμος 4023/2011 επίσης στο άρθρο 16 στην παρ 4 ξεκάθαρα αναφέρει ότι:
Το αποτέλεσμα δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα είναι δεσμευτικό, όταν στην ψηφοφορία λάβει μέρος τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) όσων έχουν εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους.”


Επομένως έχουμε ψηφίσει βάσει Συντάγματος και Νόμου δεσμευτικά  αρνητικά κατά μιας πρότασης που αν πάμε με το γράμμα του νόμου ίσως να μην μπορούσε να τεθεί πότε για δημοψήφισμα.


Εκτός αυτού αν δεχτούμε ότι όντως δεν αφορά δημοσιονομικά μέτρα η πρόταση που τέθηκε στο δημοψήφισμα, αν επίσης δεχτούμε ότι την στιγμή που διενεργήθηκε ίσχυε η πρόταση των “θεσμών” , αν επίσης δεχτούμε ότι έχουμε απαντήσει κατηγορηματικά αρνητικά  συνολικά ή μερικά προς αυτά τα μέτρα,  τότε πώς το δημοψήφισμα δεν παρέχει πραγματικά κόκκινες γραμμές  σε όποιον διαπραγματεύεται τις τύχες της χώρας μας;


Κάποιος έχει παραποιήσει επί της ουσίας Σύνταγμα και Νόμους.


Εκτός και αν ισχύουν τα εθνικά δημοψηφίσματα ως… συμβουλευτικά …


Πολιτικός αντίκτυπος


Αυτή την στιγμή μετά από τόσες παρατυπίες και όσες έχουν ακολουθηθεί ως σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ως συμπέρασμα δυο πράγματα:


  1. Η Βουλή αυτή είναι παράτυπη και έχει απωλέσει αν όχι νομικά και συνταγματικά οπωσδήποτε όμως ηθικά την πολιτική της νομιμοποίηση. Η δε κυβέρνηση που υπάρχει αυτή την στιγμή είναι το λιγότερο παράτυπη και δεν έχει σεβαστεί ούτε την λαϊκή εντολή βάσει της όποιας εκλέχτηκε αλλά ούτε και τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος που η ίδια προκάλεσε και υποστήριξε. Η δε μετατροπή - έστω και προσωρινά- της από δικομματική σε πεντακομματική λίγο απέχει από το να χαρακτηρισθεί ως δημοκρατική εκτροπή.

  2. Αυτή την στιγμή ο λαός έχει απλά άλλη μια φόρα ξεγελαστεί. Αυτό όμως,  αυτή την φορά ήταν και είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί έχουμε μια κοινωνία που αφενός έχει δηλώσει ότι δεν αντέχει άλλο (μέσω του δημοψηφίσματος) και αφετέρου βρίσκεται οικονομικά και κοινωνικά κολλημένη στον τοίχο. Αυτός ο συνδυασμός είναι εξαιρετικά άσχημος από κάθε πλευρά.


Συμπέρασμα


Η Δημοκρατία ως πολίτευμα (έστω κι αυτή η κουτσουρεμένη κοινοβουλευτική - αντιπροσωπευτική) έχει την τάση να αυτοθεραπεύεται. Αυτό όμως με την προϋπόθεση να μην πληγεί σε επίπεδο θεσμών και διαδικασιών πέρα από ένα σημείο αντοχής. Μετά “ματώνει” και αυτό γεννά και τέρατα και συγκρούσεις κοινωνικές.


Επομένως θα διακινδυνέψω την εκτίμηση μην περιμένετε να υπάρχει ησυχία από εδώ και πέρα. Το πως θα διαμορφωθούν οι αντιδράσεις είναι άγνωστο αλλά νομίζω ότι δεν θ’ αργήσουμε να το καταλάβουμε…


Εκλογές


Μετά την ψήφιση του 3ου Μνημονίου ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει όσους αντιδρούν  εσωτερικά. Επειδή αυτή την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι βουλευτές που ψήφισαν ναί στο νέο μνημόνιο είναι κάτω από 120, θεωρητικά  θα πρέπει να διαχωρίσουν την θέση τους με αυτούς που ψήφισαν όχι.


Σύμφωνα με τα τελευταία γεγονότα ο πρωθυπουργός θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Τα σενάρια είναι πολλά και τίποτα δεν σίγουρο αυτή την στιγμή.


Αντίθετα πολλά είναι τα ερωτηματικά:


Α) Οι διαφωνούντες θα στηρίξουν ή όχι την κυβέρνηση;


Β) Η αντιπολίτευση τι θα κάνει;


Γ) Οι “θεσμοί” το επιτρέπουν;


Αλλά κυρίως το ερώτημα είναι :


Στην ουσία θα είναι σαν να επιλέγουμε ποιος θα … εφαρμόσει καλύτερα τις προσταγές των δανειστών.


Σας πείθει κάτι τέτοιο; Εμένα προσωπικά όχι.


Υπάρχει ουσιαστική και τεκμηριωμένη τεχνικά και πολιτικά εναλλακτική πρόταση; Κατά την γνώμη μου αυτή την στιγμή όχι.
Στην ουσία θα είναι εκλογές για να λυθούν τα εσωκομματικά προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ και τίποτα παραπάνω επί της ουσίας.


Το αστείο αν πάμε πάντως τελικά σε εκλογές είναι ότι δεν έχουν να προτείνουν απολύτως τίποτα στο εκλογικό σώμα. Θα είναι δε εξαιρετικά περίεργο αν όχι αστείο να κάνουν αντιπαράθεση για το ποιος θα είναι περισσότερο ευρωπαϊστής και δύναται να εφαρμόσει καλύτερα το μνημόνιο και στην συνέχεια να προσπαθούν να πείσουν το 61,31% που ψήφισε ΟΧΙ στο δημοψήφισμα


Επομένως πρέπει να τα βάλουμε κάτω ψύχραιμα και συνεχίζοντας τον κινηματικό αγώνα κατά των πολιτικών θα πρέπει ταυτόχρονα να καταλήξουμε σε μια ουσιαστική, ρεαλιστική και πλήρως τεκμηριωμένη (και τεχνικά) πρόταση διακυβέρνησης.


Χρειάζεται περισσότερο από πότε να αναπτύξουμε μια ξεκάθαρη στρατηγική και όχι απλά να  επενδύσουμε στο θυμικό και στις αντιδράσεις. Και αυτό δεν γίνεται χωρίς ποιοτικό χρόνο και κυρίως δεν γίνεται χωρίς πολύ δουλειά.


Μπορούμε;


Παραπομπές και αρθρογραφία.











1 σχόλιο:

Alexandros Raskolnick είπε...

Το σημερινό μας πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία μας έχει ήδη πληγεί ανεπανόρθωτα σε επίπεδο θεσμών και διαδικασιών πέρα από το σημείο αντοχής της. Η χρόνια θεσμική υπανάπτυξη, σε συνδυασμό με τις παρατηρούμενες παλινωδίες, συνηγορούν στη σκέψη ότι δεν περισσεύει κανένας...